ΕΥΧΗ

Σαν ζώα κυνηγημένα
που μέσα απ’ το δάσος ξεπροβάλουν
με άκρα μελανιασμένα
και πέλματα ματωμένα
στο πετσί μας κουβαλάμε
του κόσμου τις χειμωνιάτικες κατάρες. 

Τώρα όλα καίγονται στα σωθικά
καίγονται καλά. 
Και ένας φοίνικας γεννιέται
μέσα απ΄ τον αφαλό.

Τώρα τα ζώα 
αγριεμένα
γραπώνονται το ένα απ’ το άλλο.
Δαγκώνουν
γλύφουν
λυσσάνε να νιώσουν
να μπορέσουν να θυμηθούν ξανά.

Την επόμενη μέρα
το χάδι θα μπήγει τρυφερά τα νύχια μες τη σάρκα.
Να νιώσουμε
να μπορέσουμε να θυμηθούμε ξανά.
Να γαμιόμαστε με γλώσσες κατακόκκινες
και γυαλιστερές.
Με γλώσσες επιτέλους θρασείς 
και λαχταριστές.

Και τα μάτια θα είναι υγρά
και τα βλέφαρα ζεστά
και η μυρωδιά μας
θα αχνίζει 
σαν λευκή πάχνη 
πάνω απ’ το στρώμα.

Και το ξημέρωμα που δεν θα αργεί
θα μας θυμίσει
το τέλος που δεν ήρθε.

*


Comments

Popular Posts