ΠΡΟΣΠΑΘΩ ΝΑ ΠΡΟΣΠΟΙΟΥΜΑΙ ΟΤΙ ΚΑΝΩ ΤΟ ΣΩΣΤΟ
Σε μια οριζόντια διάταξη
τα γράμματα χωρίζονται σε γραμμές
που ενώνουν θάλασσα με ουρανό
και τα κενά ανάμεσα στις λέξεις
συλλέγουν όλα τα απόνερα νοημάτων
που χάνονται στην δεξαμενή
των όσων δεν βγάζουν νόημα αλλά υπάρχουν
και κατευθύνουν το αόρατο δόρυ
που ο καθένας κρατά
και με το οποίο διαπράττει την ίδια του τη ζωή.
Καθημερινοί αυτόχειρες
που ακονίζουν την μύτη αυτού του δόρατος ήδη από τις πρωινές ώρες.
Άγρυπνοι ακόμα
ανίδεοι (ακόμα)
πίνοντας τον πρώτο καφέ
μέσα από πολύχρωμες κούπες
με ανοιχτό ραδιόφωνο
και μπαλκονόπορτες τέντα
και ήχους απ΄ τα αυτοκίνητα που βιάζονται ήδη στις κεντρικές λεωφόρους.
Στο Εκεί λοιπόν αυτού του δόρατος
επικρατεί ο απόλυτος χιονιάς.
Καταφύγιο μυθικών τεράτων
το Εκεί το ξακουστό.
Δεν τολμά να το ανέβει κανείς.
Σε αυτό
βρίσκεται η απόληξη των αρτηριών κάθε επιθυμίας
και η λίμπιντος
κατοικεί χωρίς μεταμφιέσεις
ως αυτό που πραγματικά είναι.
Μέδουσα
με τα φίδια της να οργιάζουν
και τα μάτια ορθάνοιχτα να διατάζει
χωρίς να απολογείται.
Όπως πρέπει δηλαδή.
Όπως θα έπρεπε πάντα.
Και όλα τα τέρατα της κορυφής
υπακούνε πιστά σε ένα της νεύμα.
Αυτό είναι το Έβερεστ της ζωής δίχως νοήματος.
Το Έβερεστ της ανόητης συμπαντικής αλληλουχίας
όπου οι υπεκφυγές δεν επιβιώνουν
και η χαρά μπορεί να υπάρξει αυτούσια
χωρίς κανείς να ξέρει το γιατί
και τα επιχειρήματα γίνονται ένα κακό αστείο.
Εκεί ακριβώς.
Στην κλειτορίδα της διαίσθησης
που όλα τα ανεξηγήτου προελεύσεως
παίρνουν σκηνή και συμβαίνουν μαγικά
με κενό στην ερμηνεία.
Εκείνο το κενό που σε κάνει να απορείς
να μην μπορείς να θυμηθείς
πώς ξεκίνησε ο κόσμος όλος
πώς και πότε υπήρξε ροή.
Το μπιγκ μπανγκ του να υπάρχεις
απλά
έτσι κι επειδή
με σώμα και καρδιά ορθάνοιχτα
μπρος στο καθετί που δεν ξέρεις να διαχειριστείς.
Γιατί κι επειδή
η αίσθηση κερδίζει πάντα
κι ο χαμένος στα χαρτιά προσπαθεί να εξηγήσει
ενώ έχουν ήδη κατανοηθεί
τα πάντα όλα
καιρό πριν.
Ξύπνα!
Σε πιάσανε στα πράσα ενώ κοιμόσουν κάτω απ’ την φτερούγα
μιας υποτιθέμενης σωστής ορθοστασίας.
Και λοιπόν;
Φίλε κοίτα αλλού.
Βούτηξε τα δάχτυλα!
Δώσε φιλιά με γλώσσα κι ας είναι λίγο πριν την κλωτσιά στον γκρεμό.
Πες δεν πειράζει.
Πες ας ήταν κι άλλα.
Η άνοιξη υπόσχεται ούτως ή άλλως
μέσα απ’ το ανεξήγητο των ανθισμένων νεραντζιών
μέσα από κόρφους ζεστούς και υγρούς
μέσα από ζωή χωρίς σωστό.
Ξύπνα φίλε
και ήλπιζε.
Ήλπιζε γιατί αλλιώς χαθήκαμε.
Και το καληνύχτα σου
θα σημαίνει τέλος άδικο
εκεί που τελεία δεν υπάρχει.
Γιατί τελεία δεν υπάρχει φίλε
παρα μονάχα καμπυλόγραμμα αποσιωπητικά μιας συνέχειας
που ποτέ μα ποτέ
δεν θα ξέρεις.
*
Comments
Post a Comment