ΧΩΡΙΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Αποτεφρωμένο το υδάτινο σώμα
αιωρείται πάνω από ξερό χώμα.
Σκιάχτρο πούπουλο.
Θέλει να ακουμπήσει
μα τα κοράκια έφυγαν.
Τώρα αυτό και ένα δόντι κατάλευκη λεπίδα να στάζει αίμα.
Τριγυρνώ.
Παίρνω τους δρόμους του φιδιού
γλιστράω ξανά στη σκάλα
και πάλι απ ' την αρχή.
Όσες φορές και να σε φωνάξω δεν θα γυρίσεις το κεφάλι.
Πεινάω
Πεινάς
Πεινάει
Πεινάμε
Πεινάτε
Πεινούν
αν και πίνουν απ ' το ίδιο γάλα.
Δυο απολήξεις μιας κάποιας τυχαιότητας
που δεν θα συγχωρεθεί ποτέ
Κι η πόρτα εκεί
μισάνοιχτη
να πληγώνει δάχτυλα που μαγκώνονται
Κολύμπησα χθες
κρατώντας σε απ’ τη ράχη σαν να ‘σουν το δελφίνι μου.
Έτσι έκανα μικρή με τον μπαμπά
και τα νύχια μου μωβ σαν του θανάτου.
Αν ήξερα να μετρώ μέχρι το δέκα
θα ήμουν ελεύθερη
*
Comments
Post a Comment